Στις 21 Οκτωβρίου συμπληρώθηκαν 106 χρόνια από τη γέννηση του Αμερικανού τρομπετίστα, συνθέτη, τραγουδιστή Ντίζι Γκιλέσπι, ενός από τα λαμπρότερα κεφάλαια στην ιστορία της τζαζ, με καθοριστική συνεισφορά στην εξέλιξή της και στη θεμελίωση του μπίμποπ μαζί με τον σαξοφωνίστα Τσάρλι Πάρκερ στα ’40s. Το έργο του αγγίζει ένα πολυεπίπεδο φάσμα στυλ. Εδώ θα εξετάσουμε τη σχέση του με το σινεμά όπως αποκρυσταλλώθηκε στην κινηματογραφική μουσική του αλλά και σε ταινίες που εμφανίζεται ο μουσικός με γκρουπ του.
Από το 1947 καταγράφονται κυρίως μικρού μήκους ταινίες όπου εμφανίζεται με σχήματα ή την ορχήστρα του. Στις πρώτες ταινίες ο 30χρονος τότε Γκιλέσπι παίζει τρομπέτα σε διάφορα νούμερα και συχνά συνοδεύεται από χορευτές με κλακέτες. Ανιχνεύσαμε 27 ταινίες μικρού-μεγάλου μήκους, ντοκιμαντέρ, αρκετά για την τηλεόραση, καρτούν, των σκηνοθετών Τζον Χάμπλεϊ, Λες Μπλανκ, Τζον Τζέρεμι, Κουίστ Μόλερ κ.ά., μεταξύ των οποίων την άκρως επιτυχημένη εμπορικά ταινία «Les tricheurs/Youthful Sinners» (1958) του Μαρσέλ Καρνέ με τον Ζαν Πολ Μπελμοντό σε έναν από τους πρώτους ρόλους του, σε μουσική Γκιλέσπι και άλλων συνθετών.
Ενδιαφέρουσα ήταν η μουσική (σύνθεση, εκτέλεση: Γκιλέσπι) για την ταινία «The winter in Lisbon» (1990) του Χοσέ Ζορίλα με τους Κριστιάν Βαντίμ (τζαζ πιανίστα σε κλαμπ), Ελέν ντε Σεντ-Περέ, Φερνάντο Γκιλέν, τον ίδιο τον Γκιλέσπι (ιδιοκτήτη κλαμπ), που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Πορτογάλου Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα. Το σάουντρακ κυκλοφόρησε το 1991 σε cd από τη Milan (τελευταία ηχογράφηση σε στούντιο για τον Γκιλέσπι) και επανεκδόθηκε σε δίσκο βινυλίου το 2022. Ο 73χρονος τρομπετίστας αντανακλά το άπλετο ερμηνευτικό φως του, ηγείται μιας εξαιρετικής εννεαμελούς μπάντας (πιάνο, πνευστά, έγχορδα, ντραμς) και συνέθεσε μια θαυμάσια μουσική για τη Λισσαβώνα, πόλη που δεν ήξερε και δεν είχε επισκεφτεί. Ξεχωρίζουν οι συνθέσεις «Opening theme», «Magic Summer», «Burma» και «Lisbon», που σφραγίζεται από τον αισθαντικό, χαμηλόφωνο διάλογο του Γκιλέσπι με τον πιανίστα Ντανίλο Πέρεζ.
Ωστόσο το σάουντρακ όπου αποτυπώνεται υποδειγματικά η δεξιοτεχνία του 47χρονου Γκιλέσπι και του εξαίσιου κουιντέτου του (Τζέιμς Μούντι: φλάουτο, τενόρο σαξόφωνο, Κένι Μπαρόν στα 21 του: πιάνο, Κρις Γουάιτ: κοντραμπάσο, Ρούντι Κόλινς: ντραμς) είναι για την ταινία «The Cool World» της Αμερικανίδας σκηνοθέτριας Σίρλεϊ Κλαρκ. Η ταινία του 1964 βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γουόρεν Μίλερ και στο θεατρικό των Μίλερ και Ρόμπερτ Ρόζεν που ακολούθησε, είναι η πρώτη γυρισμένη εξ ολοκλήρου στο Χάρλεμ και παρακολουθεί τη ζωή των νέων του, του Ντιούκ, ενός απελπισμένου δεκαπεντάχρονου Αφροαμερικανού που η ενηλικίωσή του περνάει μέσα από την απόκτηση της αρχηγίας σε συμμορία και τη χρήση όπλου, του Πριστ, ενός νέου από το γκέτο που δολοφονείται από τους γκάνγκστερ, της Λου Αν, που μέχρι να γνωρίσει τον Ντιούκ δεν έχει δει ποτέ της θάλασσα. Εγκλωβισμένοι σε περιβάλλον προκατάληψης που φρενάρει τις όποιες προσδοκίες τους, επαγγελματικές και κοινωνικές, και πλήττει την ελευθερία τους, οι νεαροί Αφροαμερικανοί αντιδρούν βίαια στην κοινωνία που επιζητεί τη συντριβή τους.
Το σάουντρακ κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1964 από την Philips και για περισσότερα από τριάντα χρόνια είχε χαθεί. Η υπέροχη μουσική που ερμηνεύει το κουιντέτο του Γκιλέσπι δεν είναι συνθέσεις του τρομπετίστα αλλά του κορυφαίου συνθέτη, πιανίστα Μαλ Γουόλντρον. Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε τα λόγια του Γουόλντρον: «Η εικόνα είναι πολύ δυνατή γιατί έχει τόσο πολλή αλήθεια μέσα της. Και έτσι, στη μουσική που έγραψα, ήθελα να είμαι τόσο ευθύς όσο η Σίρλεϊ Κλαρκ και οι ηθοποιοί, προσπάθησα να “πω” στην παρτιτούρα την ερήμωση αυτών των γκάνγκστερ και την απελπισμένη ανδρεία τους». Ο Γουόλντρον έγραψε και διασκεύασε μια βαθιά εκφραστική μουσική με πολύ συναίσθημα αλλά και βίαιες εκρήξεις, διανθίζοντας το χάρντμποπ και μπλουζ ύφος με μόνταλ πινελιές. Χαράζει εκλεπτυσμένες αρμονίες, ιμπρεσιονιστικά και εξπρεσιονιστικά μονοπάτια για να κινηθεί το κουιντέτο, ενώ ο Γκιλέσπι εντυπωσιάζει με τον λυρισμό του ξεφεύγοντας από το χαρακτηριστικό του μπίμποπ. Εντεκα συνθέσεις μικρής διάρκειας, ιδιαίτερου συγκινησιακού φορτίου, με μεγαλύτερη την εναρκτήρια να εισάγει τα θέματα που ακολούθως επανέρχονται και αναπτύσσονται. Κομμάτια ανθολογίας τα «The Pushers», «Enter, Priest», «Bonnie’s Blues», «Duke’s Awakening», «Duke on the Run», «Coney Island» που συνοδεύει τη γνωριμία της Λου Αν με τη θάλασσα, λειτουργούν σαν μαγνήτης για τον ακροατή, με λεπτές υφές, θαυμάσιες μελωδίες, ποικίλους ρυθμούς, στην καλύτερη μουσική που ο Γκιλέσπι έπαιξε στα ’60s.
Αυθεντική, συναρπαστική, σπάνιας εκφραστικής οικονομίας, εντελώς κινηματογραφική μουσική που ο Γουόλντρον έγραψε σε στιγμές ξεχωριστής έμπνευσης και ο Γκιλέσπι και το κουιντέτο του σε μεγάλα κέφια ερμήνευσαν συγκλονιστικά καταθέτοντας ένα από τα πιο όμορφα τζαζ σάουντρακ στην ιστορία.